Τι λοιπόν, της ζωής μας το σύνορο

θα το δείχνει ένα ορθό κυπαρίσσι;

Κι’ από ό,τι είδαμε, ακούσαμε, αγγίσαμε

τάφου γη θα μας έχει χωρίσει;

Ό,τι αγγίζουμε, ακούμε και βλέπουμε

τούτο μόνο ζωή μας το λέμε;

Κι’ αυτό τρέμουμε μήπως το χάσουμε

και χαμένο στους τάφους το κλαίμε;

Σ’ ό,τι αγγίζουμε, ακούμε και βλέπουμε

της ζωής μας ο κόσμος τελειώνει;

Τίποτα άλλο; Στερνό μας απόρριμμα

το κορμί που πετιέται και λιώνει;

Κάτι ανέγγιχτο, ανάκουστο, αθώρητο

μήπως κάτω απ’ τους τάφους ανθίζει;

Κι ό,τι μέσα μας κρύβεται αγνώριστο

μήπως πέρα απ’ τον τάφο αρχίζει;

Η ψυχή ταξειδεύτρα μεσ’ τ’ άπειρο

σταλαμίδα νερού μήπως μοιάζει;

που ανεβαίνει στα νέφη απ’ τα πέλαγα

κι απ’ τα νέφη στους κάμπους σταλάζει;

Μήπως ό,τι θαρρούμε βασίλεμα

γλυκοχάραμα αυγής είναι πέρα;

Κι αντί να ‘ρθει μια νύχτα αξημέρωτη

ξημερώνει μια αβράδιαστη μέρα;

Μήπως είναι η αλήθεια στο θάνατο;

Κι  η ζωή μήπως κρύβει την πλάνη;

Ό,τι λέμε πως ζει μήπως πέθανε

κι είναι αθάνατο ό,τι έχει πεθάνει;

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s