Μοναξιά περιβάλλει τα έρημα πλήθη και τις ανυπόμονες ψυχές που νοσταλγούν μέσα στ’ απόκρυφα μονοπάτια του μυαλού  το χαμένο Παράδεισο.

Στοιχειωμένες σκέψεις, παράσιτα ορθώνονται γεμίζοντάς μας με ενοχές για τα πάντα.

Αδέσποτα σκυλιά τρέχουν ξωπίσω μας, νιώθοντας  πως κι εμείς είμαστε ένα μ’ αυτά, χαμένοι στα άδεια στενά της πόλης.

Απόλυτο χάος στη ζωή μας,  όλα  γίνονται χωρίς κανόνες πια.

Αριστερά μανιφέστα, ξεδιάντροπα και δεξιές δοξασίες ανυπόφορες. Άδεια ακούγονται τα λόγια τους σαν ήχος ντενεκέ, φάλτσα,  από έναν λαό που θυσιάζει καθημερινά τα παιδιά του καρτερώντας το λευκό πανί του πλοίου. Μάταια!

Στη νύχτα, τη βαθιά του Ερέβους τη θυγατέρα, δε φάνηκε ούτε σήμερα κείνο τ’ άστρο κι η σωτηρία μας αναβάλλεται μέχρι νεωτέρας. Υπομονή.

Σιχαμερά σκουλήκια κατατρώγουν τις σάρκες μας  κι όλα γύρω μας είναι ψέμα μέσα στο ψέμα. Θολό το βλέμμα από το δάκρυ. Άδικος ο κόπος, δεν αλλάζουν πια τα ρητά. Το πεπρωμένο φυγείν  αδύνατον, κισμέτ το λένε κάποιοι άλλοι.

Πλανεμένα βήματα, διαρκώς ξεστρατίζουν αναζητώντας ανυπόμονα το σταθμό τους  σαν λοταρία στο ξεκίνημα της νέας μέρας. Της κάθε μέρας, της ίδιας μέρας.

Άγουρα κορμιά στον έρωτα χωρίς αγάπη, χωρίς συναίσθημα, χωρίς την προσμονή της αυριανής αγκαλιάς.

Λαθεμένα ίσως, αγαπήσαμε την αμαρτία, που παρόλη της τη γύμνια,  δίνει ζωή και φλόγα στα φθαρμένα μας όνειρα.

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s