Χριστούγεννα και μ’ ένα ποτήρι μπράντι στο χέρι περιμένω.
Καθισμένος στο σαλόνι κοιτάω το Χριστουγεννιάτικο δέντρο. Εγώ και η μοναξιά μου.
Φορώ τα καλά μου. Την κόκκινη γραβάτα που μου χάρισες κι εκείνα τα παπούτσια που μόνο τα Χριστούγεννα φορώ.
Τα φωτάκια στο δέντρο αναβοσβήνουν και μου δίνουν την αίσθηση πως έχω παρέα.
Τα γλυκά στο τραπέζι, τα πιάτα, τα ποτήρια, το φαγητό. Όλα είναι έτοιμα. Μόνο εσύ λείπεις.
Σε βλέπω και δακρύζω . Σε περιμένω! Ξέρω, μη μου πεις, γνωρίζω την αλήθεια.
Σαν χάθηκες, τα χρώματα της γης χαθήκανε μαζί σου κι όλα αυτά που κάνω τώρα, τα κάνω μόνο γιατί το ήθελες εσύ.
Κοιτάω ακόμη το στολισμένο δέντρο ώρες μετά. Δεν χτύπησε το κουδούνι, κανείς δεν ήρθε, κανείς δεν θα ’ρθει. Ξέρουν πως τα Χριστούγεννα τα ζω μόνο για σένα. Εσένα που έφυγες νωρίς.
Πώς να κοιμηθώ το βράδυ; Πώς να φάω, πες μου από πού να κρατηθώ; Θυμάμαι τα Χριστούγεννα μαζί σου.
Ποιες προσμονές, ποια όνειρα και ποια ελπίδα τώρα να ζητάω; Κοιτώ το χαμόγελό σου σε μια φωτογραφία.
Πόσα χαμόγελα μού στέρησες, πόση αγάπη μού πήρες, μα πόση ζωή μού έδωσες!
Σαν να ’ναι χιόνι αυτό που πέφτει από την παγωμένη μου καρδιά στα χαλιά, στο σαλόνι, στο σπίτι.
Δάκρυα έρχονται στα μάτια μου και μια βαθιά ανάσα γεμίζει το κενό μου.
Σηκώνω το ποτήρι και ξεσπώ σε κλάματα.
Καλά Χριστούγεννα αγάπη μου.