Τή  θυμᾶσαι τή λεῦκα μας; Παιγνιδιάρα στήν αὔρα
φιλικά μᾶς προστάτευεν ἀπ᾿ τοῦ ἥλιου τή λαύρα,
καί μέ χάρη σαλεύοντας τή ψηλή κορυφή της
ἐψιθύριζε πρόσχαρη τή χαρά τήν κρυφή της
καί σκορποῦσε τό γέλιο της στούς φραγμούς καί στ᾿ ἀμπέλια.
Γιατί τότ᾿ ἀποκρίνονταν στά δικά σου τά γέλια.
Χθές ἐπέρασα μόνος μου -τί δέ κάνουν τά χρόνια!-
βασιλεύει τριγύρω της ἐρημιά, καταφρόνια!
Κι ἡ θεόρατη λεῦκα μας, πού τόν πόνο μου ξέρει,
μέ μιά θλίψη παράξενη ψιθυρίζει στ᾿ ἀγέρι
καί σκορπᾷ τό παράπονο μές στοῦ ἥλιου τό κάμα…
Γιατί τώρ᾿ ἀποκρίνεται στό δικό μου τό κλάμα.
Από την ποιητική συλλογή «Ανθολογία της νεωτέρας ελληνικής ποίησης»
υπό  Ιωάννου Πολέμη Εκδόσεις «Δαμιανός – Δωδώνη» σελ 258

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s