
Μπάσες στεριές ήλιος πυρρός και φοινικιές
ένα πουλί που ακροβατεί στα μπαταράτσα.
Γνέφουνε δυο στιγματισμένα μαύρα μπράτσα,
που αρρώστιες τα ‘χουνε τσακίσει τροπικές.
Παντιέρα κίτρινη – Σινιάλο του νερού.
Φούντο τις δυο και πρύμα βρέξε το πινέλο.
Τα δυό φανάρια της νυχτός. Κι ο Pisanello
ξεθωριασμένος απ’ το κύμα του καιρού.
Το καραντί…. Tο καραντί θα μας μπατάρει.
Σάπια βρεχάμενα, τσιμέντο και σκουριά.
Από νωρίς, δεξιά στη μάσκα την πλωριά,
κοιμήθηκεν ο καρχαρίας που πιλοτάρει.
Όρντινα δίνει ο παπαγάλος στον ιστό
όπως και τότε απ’ του Κολόμπου την κουκέτα.
Χρόνια προσμένω να τυλίξεις τη μπαρκέτα,
χρόνια προσμένω τη στεριά να ζαλιστώ.
Φωτιές ανάβουνε στην άμμο ιθαγενείς
κι αχός μάς φτάνει καθώς παίζουν τα όργανά τους.
Της θάλασσας κατανικώντας τους θανάτους
στην ανεμόσκαλα σε θέλω να φανείς.
Φύκια μπλεγμένα στα μαλλιά, στο στόμα φύκια
έτσι ως κοιμήθηκες για πάντα στα βαθιά
κατάστιχτη πελεκημένη απο σπαθιά
διπλά φορώντας των Ινκάς τα σκουλαρίκια.
Από την ποιητική συλλογή «ΠΟΥΣΙ» εκδόσεις «ΑΓΡΑ» και «Έλγκα Καββαδία»
Μου αρέσει αυτό:
Μου αρέσει! Φόρτωση...
Δημοσιεύτηκε από Giannis Mirtsis
Ο Γιάννης Μύρτσης ασχολείται με την ποίηση και τον πεζό λόγο από τα εφηβικά του χρόνια.
Η λογοτεχνική του γραφή έχει λυρισμό με διάχυτες συναισθηματικές δονήσεις.
Προβολή όλων των δημοσιεύσεων από Giannis Mirtsis